Translation meaning & definition of the word "zag" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ζαγκ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Zag
[Ζαγκ]/zæg/
noun
1. An angular shape characterized by sharp turns in alternating directions
- synonym:
- zigzag ,
- zig ,
- zag
1. Γωνιακό σχήμα που χαρακτηρίζεται από αιχμηρές στροφές σε εναλλασσόμενες κατευθύνσεις
- συνώνυμο:
- ζιγκ-ζαγκ ,
- ζιγκ ,
- ζαγκ