Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "warmth" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ζεστασιά" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Warmth

[Ζεστασιά]
/wɔrmθ/

noun

1. The sensation caused by heat energy

    synonym:
  • heat
  • ,
  • warmth

1. Η αίσθηση που προκαλείται από την ενέργεια θερμότητας

    συνώνυμο:
  • θερμότητα
  • ,
  • ζεστασιά

2. A warmhearted feeling

    synonym:
  • warmheartedness
  • ,
  • warmth

2. Ένα ζεστό συναίσθημα

    συνώνυμο:
  • ζεστασιά

3. The quality of having a moderate degree of heat

  • "An agreeable warmth in the house"
    synonym:
  • warmth
  • ,
  • warmness

3. Η ποιότητα της μέτριας θερμότητας

  • "Μια ευχάριστη ζεστασιά στο σπίτι"
    συνώνυμο:
  • ζεστασιά

4. The trait of being intensely emotional

    synonym:
  • heat
  • ,
  • warmth
  • ,
  • passion

4. Το χαρακτηριστικό του να είσαι έντονα συναισθηματικός

    συνώνυμο:
  • θερμότητα
  • ,
  • ζεστασιά
  • ,
  • πάθος

5. A quality proceeding from feelings of affection or love

    synonym:
  • affectionateness
  • ,
  • fondness
  • ,
  • lovingness
  • ,
  • warmth

5. Μια ποιότητα που προχωρά από τα συναισθήματα της αγάπης ή της αγάπης

    συνώνυμο:
  • στοργή
  • ,
  • αγάπη
  • ,
  • ζεστασιά

Examples of using

Tom says that digital audio lacks the warmth of vinyl records.
Ο Τομ λέει ότι ο ψηφιακός ήχος στερείται της ζεστασιάς των δίσκων βινυλίου.
I remember the warmth of her arms.
Θυμάμαι τη ζεστασιά των χεριών της.
The birds flew south in search of warmth.
Τα πουλιά πέταξαν νότια αναζητώντας τη ζεστασιά.