Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "waiting" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "περιμένοντας" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Waiting

[Περιμένοντας]
/wetɪŋ/

noun

1. The act of waiting (remaining inactive in one place while expecting something)

  • "The wait was an ordeal for him"
    synonym:
  • wait
  • ,
  • waiting

1. Η πράξη της αναμονής (απομένει ανενεργό σε ένα μέρος, ενώ περιμένει κάτι)

  • "Η αναμονή ήταν μια δοκιμασία για αυτόν"
    συνώνυμο:
  • περιμένετε
  • ,
  • αναμονή

adjective

1. Being and remaining ready and available for use

  • "Waiting cars and limousines lined the curb"
  • "Found her mother waiting for them"
  • "An impressive array of food ready and waiting for the guests"
  • "Military forces ready and waiting"
    synonym:
  • waiting
  • ,
  • ready and waiting(p)

1. Όντας και παραμένοντας έτοιμη και διαθέσιμη για χρήση

  • "Περιμένοντας αυτοκίνητα και λιμουζίνες επένδυσαν το πεζοδρόμιο"
  • "Βρήκε τη μητέρα της να τους περιμένει"
  • "Μια εντυπωσιακή σειρά από φαγητό έτοιμο και σε αναμονή για τους επισκέπτες"
  • "Οι στρατιωτικές δυνάμεις έτοιμες και περιμένουν"
    συνώνυμο:
  • αναμονή
  • ,
  • έτοιμο και αναμονή(

Examples of using

Tom's cat is always waiting at the door when he arrives home.
Η γάτα του Τομ περιμένει πάντα στην πόρτα όταν φτάνει στο σπίτι.
I'm fed up with waiting for you.
Έχω βαρεθεί να σε περιμένω.
She's waiting for you now.
Σε περιμένει τώρα.