Translation meaning & definition of the word "vivacious" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ευρεία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Vivacious
[Ζωηρός]/vəveʃəs/
adjective
1. Vigorous and animated
- "A vibrant group that challenged the system"
- "A charming and vivacious hostess"
- "A vivacious folk dance"
- synonym:
- vibrant ,
- vivacious
1. Δυναμική και κινούμενη
- "Μια ζωντανή ομάδα που αμφισβήτησε το σύστημα"
- "Μια γοητευτική και ζωντανή οικοδέσποινα"
- "Ένας ζωηρός λαϊκός χορός"
- συνώνυμο:
- ζωηρός