Translation meaning & definition of the word "vice" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "δίκαιο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Vice
[Αντιπρόεδρος]/vaɪs/
noun
1. Moral weakness
- synonym:
- frailty ,
- vice
1. Ηθική αδυναμία
- συνώνυμο:
- αδυναμία ,
- αντιπροσωπεύω
2. A specific form of evildoing
- "Vice offends the moral standards of the community"
- synonym:
- vice
2. Μια συγκεκριμένη μορφή κακοποίησης
- "Ο δικαστής προσβάλλει τα ηθικά πρότυπα της κοινότητας"
- συνώνυμο:
- αντιπροσωπεύω
Examples of using
In Russia women hit you, and not vice versa.
Στη Ρωσία οι γυναίκες σε χτυπούν και όχι το αντίστροφο.
To change the units from metric to imperial and vice versa, the 'menu' button must be clicked.
Για να αλλάξετε τις μονάδες από μετρική σε αυτοκρατορική και αντίστροφα, πρέπει να κάνετε κλικ στο κουμπί 'μενού.
Everybody knows that he likes her and vice versa.
Όλοι γνωρίζουν ότι τους αρέσει και το αντίστροφο.