Translation meaning & definition of the word "vex" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "βεξ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Vex
[Βεξ]/vɛks/
verb
1. Cause annoyance in
- Disturb, especially by minor irritations
- "Mosquitoes buzzing in my ear really bothers me"
- "It irritates me that she never closes the door after she leaves"
- synonym:
- annoy ,
- rag ,
- get to ,
- bother ,
- get at ,
- irritate ,
- rile ,
- nark ,
- nettle ,
- gravel ,
- vex ,
- chafe ,
- devil
1. Προκαλώ ενόχληση στο
- Ενοχλήστε, ειδικά από μικρούς ερεθισμούς
- "Τα κουνούπια που βουίζουν στο αυτί μου πραγματικά με ενοχλούν"
- "Με εκνευρίζει που δεν κλείνει ποτέ την πόρτα αφού φύγει"
- συνώνυμο:
- ενοχλώ ,
- πανουργία ,
- πηγαίνω ,
- ερεθίζω ,
- ρίλε ,
- ναρκ ,
- τσουκνίδα ,
- χαλίκι ,
- βεχ ,
- τσαλαπατώ ,
- διάβολος
2. Disturb the peace of mind of
- Afflict with mental agitation or distress
- "I cannot sleep--my daughter's health is worrying me"
- synonym:
- worry ,
- vex
2. Διαταράξτε την ηρεμία του μυαλού
- Προσβάλλεται από πνευματική αναταραχή ή δυσφορία
- "Δεν μπορώ να κοιμηθώ - η υγεία της κόρης μου με ανησυχεί"
- συνώνυμο:
- ανησυχία ,
- βεχ
3. Change the arrangement or position of
- synonym:
- agitate ,
- vex ,
- disturb ,
- commove ,
- shake up ,
- stir up ,
- raise up
3. Αλλάξτε τη ρύθμιση ή τη θέση του
- συνώνυμο:
- αναστατώνω ,
- βεχ ,
- ενοχλώ ,
- αναμειγνύω ,
- ανακινώ ,
- ανακατώνω ,
- ανυψώ
4. Subject to prolonged examination, discussion, or deliberation
- "Vex the subject of the death penalty"
- synonym:
- vex
4. Με την επιφύλαξη παρατεταμένης εξέτασης, συζήτησης ή συζήτησης
- "Το θέμα της θανατικής ποινής"
- συνώνυμο:
- βεχ
5. Be a mystery or bewildering to
- "This beats me!"
- "Got me--i don't know the answer!"
- "A vexing problem"
- "This question really stuck me"
- synonym:
- perplex ,
- vex ,
- stick ,
- get ,
- puzzle ,
- mystify ,
- baffle ,
- beat ,
- pose ,
- bewilder ,
- flummox ,
- stupefy ,
- nonplus ,
- gravel ,
- amaze ,
- dumbfound
5. Να είσαι μυστήριο ή να είσαι μπερδεμένος με
- "Αυτό με χτυπάει!"
- "Πήγαινέ με- δεν ξέρω την απάντηση!"
- "Ένα πρόβλημα"
- "Αυτή η ερώτηση με τράβηξε πραγματικά"
- συνώνυμο:
- περίπλοκοσ ,
- βεχ ,
- κολλώ ,
- παίρνω ,
- παζλ ,
- μυστικοποιώ ,
- παλλόμενοσ ,
- νικητής ,
- πόζα ,
- μπερδεμένοσ ,
- φλουμουντ ,
- πανούργοσ ,
- αποσυνδέεται ,
- χαλίκι ,
- αμαντί ,
- αλτήρασ