Translation meaning & definition of the word "unfriendly" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αφιλικός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Unfriendly
[Φιλικός]/ənfrɛndli/
adjective
1. Not easy to understand or use
- "User-unfriendly"
- synonym:
- unfriendly
1. Δεν είναι εύκολο να κατανοήσετε ή να χρησιμοποιήσετε
- "Αφιλικός προς το χρήστη"
- συνώνυμο:
- εχθρικόσ
2. Not disposed to friendship or friendliness
- "An unfriendly coldness of manner"
- "An unfriendly action to take"
- synonym:
- unfriendly
2. Δεν είναι διατεθειμένος στη φιλία ή τη φιλικότητα
- "Εχθρική ψυχρότητα του τρόπου"
- "Μια εχθρική ενέργεια που πρέπει να αναλάβετε"
- συνώνυμο:
- εχθρικόσ
3. Not friendly
- "An unfriendly act of aggression"
- "An inimical critic"
- synonym:
- unfriendly ,
- inimical
3. Όχι φιλικό
- "Μια εχθρική πράξη επιθετικότητας"
- "Ένας ανισόρροπος κριτικός"
- συνώνυμο:
- εχθρικόσ ,
- ανισόρροποσ
4. Very unfavorable to life or growth
- "A hostile climate"
- "An uncongenial atmosphere"
- "An uncongenial soil"
- "The unfriendly environment at high altitudes"
- synonym:
- hostile ,
- uncongenial ,
- unfriendly
4. Πολύ δυσμενής για τη ζωή ή την ανάπτυξη
- "Εχθρικό κλίμα"
- "Μια ασυμφωνία"
- "Ένα μη συμφορητικό έδαφος"
- "Το εχθρικό περιβάλλον σε μεγάλα υψόμετρα"
- συνώνυμο:
- εχθρικός ,
- ασυμφωνίασ ,
- εχθρικόσ
Examples of using
Can you figure out why the boss is so unfriendly this week?
Μπορείτε να καταλάβετε γιατί το αφεντικό είναι τόσο εχθρικό αυτή την εβδομάδα?
Mary looks unfriendly, but she is really very kind at heart.
Η Μαίρη φαίνεται εχθρική, αλλά είναι πραγματικά πολύ ευγενική στην καρδιά.