Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "truck" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φορτηγό" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Truck

[Φορτηγό]
/trək/

noun

1. An automotive vehicle suitable for hauling

    synonym:
  • truck
  • ,
  • motortruck

1. Ένα όχημα αυτοκινήτου κατάλληλο για μεταφορά

    συνώνυμο:
  • φορτηγό
  • ,
  • μοτορτρούκ

2. A handcart that has a frame with two low wheels and a ledge at the bottom and handles at the top

  • Used to move crates or other heavy objects
    synonym:
  • hand truck
  • ,
  • truck

2. Ένα χειρόγραφο που έχει ένα πλαίσιο με δύο χαμηλές ρόδες και μια προεξοχή στο κάτω μέρος και λαβές στην κορυφή

  • Χρησιμοποιημένος για να μετακινήσει τα κλουβιά ή άλλα βαριά αντικείμενα
    συνώνυμο:
  • φορτηγό χειρός
  • ,
  • φορτηγό

verb

1. Convey (goods etc.) by truck

  • "Truck fresh vegetables across the mountains"
    synonym:
  • truck

1. Μεταφέρετε (αγαθά κλπ.) με φορτηγό

  • "Φρέσκα λαχανικά απέναντι από τα βουνά"
    συνώνυμο:
  • φορτηγό

Examples of using

Tom was run down by a truck.
Ο Τομ κατεβαίνει από ένα φορτηγό.
They were almost run over by a truck.
Σχεδόν τους πέρασε ένα φορτηγό.
Tom was gobsmacked when he was told that a truck had crashed into his house.
Ο Τομ καταστράφηκε όταν του είπαν ότι ένα φορτηγό είχε συντριβεί στο σπίτι του.