Translation meaning & definition of the word "tribune" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "συντονισμός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Tribune
[Τριβή]/trɪbjun/
noun
1. (ancient rome) an official elected by the plebeians to protect their interests
- synonym:
- tribune
1. (αναρχαία ρώμη) ένας αξιωματούχος που εκλέγεται από τους πληβείους για την προστασία των συμφερόντων τους
- συνώνυμο:
- τριβή
2. The apse of a christian church that contains the bishop's throne
- synonym:
- tribune
2. Η αψίδα μιας χριστιανικής εκκλησίας που περιέχει το θρόνο του επισκόπου
- συνώνυμο:
- τριβή