Translation meaning & definition of the word "triangle" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τρίγωνο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Triangle
[Τρίγωνο]/traɪæŋgəl/
noun
1. A three-sided polygon
- synonym:
- triangle ,
- trigon ,
- trilateral
1. Ένα τρίπλευρο πολύγωνο
- συνώνυμο:
- τρίγωνο ,
- τριμερέσ
2. Something approximating the shape of a triangle
- "The coastline of chile and argentina and brazil forms two legs of a triangle"
- synonym:
- triangle
2. Κάτι που προσεγγίζει το σχήμα ενός τριγώνου
- "Η ακτογραμμή της χιλής και της αργεντινής και της βραζιλίας σχηματίζει δύο σκέλη ενός τριγώνου"
- συνώνυμο:
- τρίγωνο
3. A small northern constellation near perseus between andromeda and aries
- synonym:
- Triangulum ,
- Triangle
3. Ένας μικρός βόρειος αστερισμός κοντά στον περσέα ανάμεσα στην ανδρομέδα και τον κριό
- συνώνυμο:
- Τριανγκλού ,
- Τρίγωνο
4. Any of various triangular drafting instruments used to draw straight lines at specified angles
- synonym:
- triangle
4. Οποιοδήποτε από τα διάφορα τριγωνικά όργανα σύνταξης που χρησιμοποιούνται για να σχεδιάσουν ευθείες γραμμές σε συγκεκριμένες γωνίες
- συνώνυμο:
- τρίγωνο
5. A percussion instrument consisting of a metal bar bent in the shape of an open triangle
- synonym:
- triangle
5. Ένα όργανο κρουστών που αποτελείται από μια μεταλλική ράβδο λυγισμένη σε σχήμα ανοιχτού τριγώνου
- συνώνυμο:
- τρίγωνο
Examples of using
An equilateral triangle has three sides of equal length.
Ένα ισόπλευρο τρίγωνο έχει τρεις πλευρές ίσου μήκους.
Measure each angle of the triangle.
Μετρήστε κάθε γωνία του τριγώνου.
This is a triangle.
Αυτό είναι ένα τρίγωνο.