Translation meaning & definition of the word "treatment" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "θεραπεία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Treatment
[Θεραπεία]/tritmənt/
noun
1. Care provided to improve a situation (especially medical procedures or applications that are intended to relieve illness or injury)
- synonym:
- treatment ,
- intervention
1. Φροντίδα που παρέχεται για τη βελτίωση μιας κατάστασης (ειδικά ιατρικές διαδικασίες ή εφαρμογές που προορίζονται για την ανακούφιση ασθένειας ή )
- συνώνυμο:
- θεραπεία ,
- παρέμβαση
2. The management of someone or something
- "The handling of prisoners"
- "The treatment of water sewage"
- "The right to equal treatment in the criminal justice system"
- synonym:
- treatment ,
- handling
2. Η διαχείριση κάποιου ή κάτι τέτοιο
- "Χειρισμός των κρατουμένων"
- "Η επεξεργασία των λυμάτων νερού"
- "Το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης"
- συνώνυμο:
- θεραπεία ,
- χειρισμός
3. A manner of dealing with something artistically
- "His treatment of space borrows from italian architecture"
- synonym:
- treatment
3. Ένας τρόπος να αντιμετωπίζεις κάτι καλλιτεχνικά
- "Η επεξεργασία του χώρου δανείζεται από την ιταλική αρχιτεκτονική"
- συνώνυμο:
- θεραπεία
4. An extended communication (often interactive) dealing with some particular topic
- "The book contains an excellent discussion of modal logic"
- "His treatment of the race question is badly biased"
- synonym:
- discussion ,
- treatment ,
- discourse
4. Μια εκτεταμένη επικοινωνία (συχνά διαδραστικό) που ασχολείται με κάποιο συγκεκριμένο θέμα
- "Το βιβλίο περιέχει μια εξαιρετική συζήτηση της τροπικής λογικής"
- "Η θεραπεία της ερώτησης του αγώνα είναι εξαιρετικά μεροληπτική"
- συνώνυμο:
- συζήτηση ,
- θεραπεία ,
- διάλογος
Examples of using
The patient didn't respond to treatment.
Ο ασθενής δεν ανταποκρίθηκε στη θεραπεία.
The treatment of the female sex has varied considerably in different ages and countries.
Η θεραπεία του γυναικείου φύλου έχει ποικίλει σημαντικά σε διαφορετικές ηλικίες και χώρες.
The treatment is going successfully.
Η θεραπεία προχωρά με επιτυχία.