Translation meaning & definition of the word "tonight" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φως" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Tonight
[Απόψε]/tənaɪt/
noun
1. The present or immediately coming night
- synonym:
- tonight
1. Το παρόν ή αμέσως έρχεται το βράδυ
- συνώνυμο:
- απόψε
adverb
1. During the night of the present day
- "Drop by tonight"
- synonym:
- tonight ,
- this evening ,
- this night
1. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της σημερινής ημέρας
- "Παρακολουθήστε απόψε"
- συνώνυμο:
- απόψε ,
- αυτή τη νύχτα
Examples of using
They say it's going to rain tonight.
Λένε ότι θα βρέξει απόψε.
Can I come to your party tonight?
Μπορώ να έρθω στο πάρτι σου απόψε?
The stars look very beautiful tonight.
Τα αστέρια φαίνονται πολύ όμορφα απόψε.