Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "toll" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τόλος" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Toll

[Καλλιεργεί]
/toʊl/

noun

1. A fee levied for the use of roads or bridges (used for maintenance)

    synonym:
  • toll

1. Τέλος που επιβάλλεται για τη χρήση δρόμων ή γεφυρών (χρησιμοποιείται για τη συντήρηση)

    συνώνυμο:
  • φόρουμ

2. Value measured by what must be given or done or undergone to obtain something

  • "The cost in human life was enormous"
  • "The price of success is hard work"
  • "What price glory?"
    synonym:
  • price
  • ,
  • cost
  • ,
  • toll

2. Η αξία μετράται με βάση το τι πρέπει να δοθεί ή να γίνει ή να υποστεί για να αποκτήσει κάτι

  • "Το κόστος στην ανθρώπινη ζωή ήταν τεράστιο"
  • "Το τίμημα της επιτυχίας είναι η σκληρή δουλειά"
  • "Τι δόξα τιμών?"
    συνώνυμο:
  • τιμή
  • ,
  • κόστος
  • ,
  • φόρουμ

3. The sound of a bell being struck

  • "Saved by the bell"
  • "She heard the distant toll of church bells"
    synonym:
  • bell
  • ,
  • toll

3. Ο ήχος ενός κουδουνιού που χτυπιέται

  • "Αποθηκευμένος από το κουδούνι"
  • "Άκουσε το μακρινό φόρο των κουδουνιών της εκκλησίας"
    συνώνυμο:
  • κουδούνι
  • ,
  • φόρουμ

verb

1. Ring slowly

  • "For whom the bell tolls"
    synonym:
  • toll

1. Δαχτυλίδι αργά

  • "Για τον οποίο το κουδούνι φουσκώνει"
    συνώνυμο:
  • φόρουμ

2. Charge a fee for using

  • "Toll the bridges into new york city"
    synonym:
  • toll

2. Χρεώστε μια χρέωση για τη χρήση

  • "Τοποθετήστε τις γέφυρες στη νέα υόρκη"
    συνώνυμο:
  • φόρουμ

Examples of using

For whom does the bell toll?
Για ποιον θα φουσκώσει το κουδούνι?
The death toll from the hurricane climbed to 100.
Ο αριθμός των νεκρών από τον τυφώνα αυξήθηκε στους 100.
The death toll from the hurricane climbed to 200.
Ο αριθμός των νεκρών από τον τυφώνα αυξήθηκε στους 200.