Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "thud" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "γυμνό" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Thud

[Θαντ]
/θəd/

noun

1. A heavy dull sound (as made by impact of heavy objects)

    synonym:
  • thump
  • ,
  • thumping
  • ,
  • clump
  • ,
  • clunk
  • ,
  • thud

1. Ένας βαρύς θαμπός ήχος (ας γίνεται από την επίδραση των βαρέων αντικειμένων)

    συνώνυμο:
  • ανατριχίλα
  • ,
  • αναβοσβήνει
  • ,
  • συστάδα
  • ,
  • αποσπώ
  • ,
  • τουλάχιστον

verb

1. Make a dull sound

  • "The knocker thudded against the front door"
    synonym:
  • thud
  • ,
  • thump

1. Κάντε έναν βαρετό ήχο

  • "Ο ρόπαλος χτύπησε την μπροστινή πόρτα"
    συνώνυμο:
  • τουλάχιστον
  • ,
  • ανατριχίλα

2. Strike with a dull sound

  • "Bullets were thudding against the wall"
    synonym:
  • thud

2. Χτυπήστε με έναν βαρετό ήχο

  • "Τα κουδουνάκια λεηλατούσαν ενάντια στον τοίχο"
    συνώνυμο:
  • τουλάχιστον

3. Make a noise typical of an engine lacking lubricants

    synonym:
  • crump
  • ,
  • thud
  • ,
  • scrunch

3. Κάντε ένα θόρυβο χαρακτηριστικό ενός κινητήρα που δεν έχει λιπαντικά

    συνώνυμο:
  • συντριβή
  • ,
  • τουλάχιστον
  • ,
  • τραγανίζω

Examples of using

I thought I heard a thud.
Νόμιζα ότι άκουσα έναν κακοποιό.
The demon lord finally lost conciousness and fell to the floor with a thud.
Ο άρχοντας του δαίμονα έχασε τελικά τη συνείδηση και έπεσε στο πάτωμα με έναν αλήτη.
I thought I heard a thud.
Νόμιζα ότι άκουσα έναν κακοποιό.