Translation meaning & definition of the word "tableau" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ταμπλό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Tableau
[Πινακοθήκη]/təbloʊ/
noun
1. A group of people attractively arranged (as if in a painting)
- synonym:
- tableau ,
- tableau vivant
1. Μια ομάδα ανθρώπων ελκυστικά τακτοποιημένα (ας αν σε ένα πίνακα)
- συνώνυμο:
- πίνακα ,
- ζωήν Πιαπάου
2. Any dramatic scene
- synonym:
- tableau
2. Κάθε δραματική σκηνή
- συνώνυμο:
- πίνακα