Translation meaning & definition of the word "tab" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ταμπ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Tab
[Καρτέλα]/tæb/
noun
1. The bill in a restaurant
- "He asked the waiter for the check"
- synonym:
- check ,
- chit ,
- tab
1. Το λογαριασμό σε ένα εστιατόριο
- "Ζήτησε από τον σερβιτόρο την επιταγή"
- συνώνυμο:
- ελέγχω ,
- παπαγάλος ,
- καρτέλα
2. Sensationalist journalism
- synonym:
- yellow journalism ,
- tabloid ,
- tab
2. Εντυπωσιακή δημοσιογραφία
- συνώνυμο:
- κίτρινη δημοσιογραφία ,
- ταμπλόιντ ,
- καρτέλα
3. The key on a typewriter or a word processor that causes a tabulation
- synonym:
- tab key ,
- tab
3. Το κλειδί σε μια γραφομηχανή ή έναν επεξεργαστή κειμένου που προκαλεί μια καρτέλα
- συνώνυμο:
- κλειδί καρτέλας ,
- καρτέλα
4. A short strip of material attached to or projecting from something in order to facilitate opening or identifying or handling it
- "Pull the tab to open the can"
- "Files with a red tab will be stored separately"
- "The collar has a tab with a button hole"
- "The filing cards were organized by cards having indexed tabs"
- synonym:
- tab
4. Μια σύντομη λωρίδα υλικού που συνδέεται ή προβάλλει από κάτι για να διευκολύνει το άνοιγμα ή τον εντοπισμό ή το χειρισμό του
- "Τραβήξτε την καρτέλα για να ανοίξετε το δοχείο"
- "Τα αρχεία με μια κόκκινη καρτέλα θα αποθηκευτούν ξεχωριστά"
- "Το κολάρο έχει μια καρτέλα με μια τρύπα κουμπιών"
- "Οι κάρτες αρχειοθέτησης οργανώθηκαν από κάρτες που έχουν ευρετηριασμένες καρτέλες"
- συνώνυμο:
- καρτέλα
5. A dose of medicine in the form of a small pellet
- synonym:
- pill ,
- lozenge ,
- tablet ,
- tab
5. Μια δόση φαρμάκου με τη μορφή μικρού σβόλου
- συνώνυμο:
- χάπι ,
- λόζελ ,
- ταμπλέτα ,
- καρτέλα
Examples of using
The bartender asked Tom to pay his tab.
Ο μπάρμαν ζήτησε από τον Τομ να πληρώσει την καρτέλα του.