Translation meaning & definition of the word "symbolize" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "συμβολισμός" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Symbolize
[Συμβολίζω]/sɪmbəlaɪz/
verb
1. Express indirectly by an image, form, or model
- Be a symbol
- "What does the statue of liberty symbolize?"
- synonym:
- typify ,
- symbolize ,
- symbolise ,
- stand for ,
- represent
1. Εκφράζεται έμμεσα από μια εικόνα, μορφή ή μοντέλο
- Γίνομαι σύμβολο
- "Τι συμβολίζει το άγαλμα της ελευθερίας?"
- συνώνυμο:
- τυποποιώ ,
- συμβολίζω ,
- υποστηρίζω ,
- αντιπροσωπεύω
2. Represent or identify by using a symbol
- Use symbols
- "The poet symbolizes love in this poem"
- "These painters believed that artists should symbolize"
- synonym:
- symbolize ,
- symbolise
2. Αναπαραστήστε ή προσδιορίστε χρησιμοποιώντας ένα σύμβολο
- Χρησιμοποιήστε σύμβολα
- "Ο ποιητής συμβολίζει την αγάπη σε αυτό το ποίημα"
- "Αυτοί οι ζωγράφοι πίστευαν ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να συμβολίζουν"
- συνώνυμο:
- συμβολίζω