Translation meaning & definition of the word "switchboard" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "πίνακας ελέγχου" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Switchboard
[Σανίδα]/swɪʧbɔrd/
noun
1. Telephone central where circuits are completed with patchcords
- synonym:
- switchboard ,
- patchboard ,
- plugboard
1. Τηλέφωνο κεντρικό όπου τα κυκλώματα ολοκληρώνονται με μπαλωμάτα
- συνώνυμο:
- πίνακας διακοπτών ,
- πινακίδα ,
- πρίζα