Translation meaning & definition of the word "structural" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "δομή" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Structural
[Δομικός]/strəkʧərəl/
adjective
1. Relating to or caused by structure, especially political or economic structure
- "Structural unemployment in a technological society"
- synonym:
- structural
1. Που σχετίζεται ή προκαλείται από τη δομή, ιδιαίτερα την πολιτική ή οικονομική δομή
- "Διαρθρωτική ανεργία σε μια τεχνολογική κοινωνία"
- συνώνυμο:
- δομικός
2. Relating to or having or characterized by structure
- "Structural engineer"
- "Structural errors"
- "Structural simplicity"
- synonym:
- structural
2. Σχετικά με ή έχοντας ή χαρακτηρίζονται από δομή
- "Δομικός μηχανικός"
- "Διαρθρωτικά λάθη"
- "Διαρθρωτική απλότητα"
- συνώνυμο:
- δομικός
3. Affecting or involved in structure or construction
- "The structural details of a house such as beams and joists and rafters
- Not ornamental elements"
- "Structural damage"
- synonym:
- structural
3. Επηρεάζοντας ή εμπλέκονται στη δομή ή την κατασκευή
- "Οι δομικές λεπτομέρειες ενός σπιτιού όπως δοκούς και δοκούς και δοκούς
- Όχι διακοσμητικά στοιχεία"
- "Δομική ζημιά"
- συνώνυμο:
- δομικός
4. Concerned with systematic structure in a particular field of study
- synonym:
- structural
4. Ασχολείται με τη συστηματική δομή σε ένα συγκεκριμένο πεδίο μελέτης
- συνώνυμο:
- δομικός
5. Pertaining to geological structure
- "Geomorphological features of the black hills"
- "Morphological features of granite"
- "Structural effects of folding and faulting of the earth's surface"
- synonym:
- geomorphologic ,
- geomorphological ,
- morphologic ,
- morphological ,
- structural
5. Σχετικά με τη γεωλογική δομή
- "Γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά των μαύρων λόφων"
- "Μορφολογικά χαρακτηριστικά του γρανίτη"
- "Διαρθρωτικές επιδράσεις της αναδίπλωσης και του ελαττώματος της επιφάνειας της γης"
- συνώνυμο:
- γεωμορφολογικέσ ,
- μορφολογική ,
- δομικός
6. Relating to or concerned with the morphology of plants and animals
- "Morphological differences"
- synonym:
- morphologic ,
- morphological ,
- structural
6. Σχετικά με τη μορφολογία των φυτών και των ζώων
- "Μορφολογικές διαφορές"
- συνώνυμο:
- μορφολογική ,
- δομικός
Examples of using
The structural formula for water is H-O-H.
Η δομική φόρμουλα για το νερό είναι Η-Ο-Η.