Translation meaning & definition of the word "storyteller" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "στόριτελ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Storyteller
[Αφηγητήσ]/stɔritɛlər/
noun
1. Someone who tells a story
- synonym:
- narrator ,
- storyteller ,
- teller
1. Κάποιος που λέει μια ιστορία
- συνώνυμο:
- αφηγητήσ ,
- ενημερωτήσ
2. Someone who tells lies
- synonym:
- storyteller ,
- fibber ,
- fabricator
2. Κάποιος που λέει ψέματα
- συνώνυμο:
- αφηγητήσ ,
- φίμπερ ,
- κατασκευαστήσ
Examples of using
In the shadow of the Leaning Tower of Piza sits the storyteller of the town, eating a plate of pea soup. After that he tells some children the fairy tale "The Princess and the Pea".
Στη σκιά του Πύργου της Πίζας βρίσκεται ο αφηγητής της πόλης, τρώγοντας ένα πιάτο μπιζελόσουπα. Μετά από αυτό λέει σε μερικά παιδιά το παραμύθι "Η Πριγκίπισσα και το Μπιζέλι".