Tom was caught stealing money from the cash register.
Ο Τομ πιάστηκε να κλέβει χρήματα από το ταμείο.
Tom accused Mary of stealing.
Ο Τομ κατηγόρησε τη Μαίρη ότι έκλεψε.
Tom was full of remorse after stealing Mary's car and writing it off.
Ο Τομ ήταν γεμάτος τύψεις αφού έκλεψε το αυτοκίνητο της Μαίρης και το διέγραψε.
Tom accused Mary of stealing.
Ο Τομ κατηγόρησε τη Μαίρη ότι έκλεψε.
He was caught stealing apples.
Τον έπιασαν να κλέβει μήλα.
It's stealing.
Είναι κλοπή.
She accused me of stealing her money.
Με κατηγόρησε ότι της έκλεψα τα λεφτά.
She told me about the evils of stealing.
Μου είπε για τα κακά της κλοπής.
We suspected our cashier of stealing the funds.
Υποψιαζόμασταν τον ταμία μας ότι έκλεψε τα κεφάλαια.
They fooled the boy into stealing his father's watch.
Ξεγέλασαν το αγόρι να κλέψει το ρολόι του πατέρα του.
He is capable of stealing.
Είναι ικανός να κλέψει.
He was fired for stealing.
Απολύθηκε επειδή έκλεψε.
I caught him stealing pears in the orchard.
Τον έπιασα να κλέβει αχλάδια στο περιβόλι.
I confessed to stealing the money.
Ομολόγησα ότι έκλεψα τα λεφτά.
The sight of the money tempted him into stealing.
Το θέαμα των χρημάτων τον έβαλε σε πειρασμό να κλέψει.
For free English to Greek translation, utilize the Lingvanex translation apps.
We apply ultimate machine translation technology and artificial intelligence to offer a free Greek-English online text translator.