Translation meaning & definition of the word "southpaw" into Greek language
Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "νότιο πόδι" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Southpaw
[Σατουάνα]/saʊθpaʊ/
noun
1. A baseball pitcher who throws the ball with the left hand
- synonym:
- left-handed pitcher ,
- left-hander ,
- left hander ,
- lefthander ,
- lefty ,
- southpaw
1. Μια στάμνα μπέιζμπολ που ρίχνει την μπάλα με το αριστερό χέρι
- συνώνυμο:
- αριστερόχειρας στάμνα ,
- αριστερόχειρας ,
- αριστερός χειριστής ,
- λέφθανδρος ,
- αριστερόσ ,
- νότια πόδια
2. A person who uses the left hand with greater skill than the right
- "Their pitcher was a southpaw"
- synonym:
- left-hander ,
- lefty ,
- southpaw
2. Ένα άτομο που χρησιμοποιεί το αριστερό χέρι με μεγαλύτερη ικανότητα από το δεξί
- "Η στάμνα τους ήταν ένα νότιο πόδι"
- συνώνυμο:
- αριστερόχειρας ,
- αριστερόσ ,
- νότια πόδια
Examples of using
He's a southpaw.
Είναι νότιος.