Translation meaning & definition of the word "southeast" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "νοτιοανατολικά" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Southeast
[Νοτιοανατολικόσ]/saʊθist/
noun
1. The compass point midway between south and east
- At 135 degrees
- synonym:
- southeast ,
- sou'-east ,
- southeastward ,
- SE
1. Η πυξίδα δείχνει στο μέσο της πύλης μεταξύ νότου και ανατολής
- Στους 135 βαθμούς
- συνώνυμο:
- νοτιοανατολικόσ ,
- σου'-ανατολικά ,
- νοτιοανατολικά ,
- ΣΕ
2. The southeastern region of the united states
- synonym:
- Southeast ,
- southeastern United States
2. Η νοτιοανατολική περιοχή των ηνωμένων πολιτειών
- συνώνυμο:
- Νοτιοανατολικόσ ,
- νοτιοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες
3. The direction corresponding to the southeastward compass point
- synonym:
- southeast
3. Η κατεύθυνση που αντιστοιχεί στο νοτιοανατολικό σημείο πυξίδας
- συνώνυμο:
- νοτιοανατολικόσ
4. A location in the southeastern part of a country, region, or city
- synonym:
- southeast
4. Μια τοποθεσία στο νοτιοανατολικό τμήμα μιας χώρας, περιοχής ή πόλης
- συνώνυμο:
- νοτιοανατολικόσ
adjective
1. Coming from the southeast
- "Southeasterly breezes"
- synonym:
- southeasterly ,
- southeast
1. Ερχόμενοι από τα νοτιοανατολικά
- "Υπερβολικά παγωμένο"
- συνώνυμο:
- σουθεαρτηριακά ,
- νοτιοανατολικόσ
2. Situated in or oriented toward the southeast
- synonym:
- southeast ,
- southeastern ,
- southeasterly
2. Βρίσκεται ή προσανατολίζεται προς τα νοτιοανατολικά
- συνώνυμο:
- νοτιοανατολικόσ ,
- σουθεαρτηριακά
adverb
1. To, toward, or in the southeast
- synonym:
- southeast ,
- south-east ,
- sou'-east
1. Προς, προς, ή νοτιοανατολικά
- συνώνυμο:
- νοτιοανατολικόσ ,
- νοτιοανατολικά ,
- σου'-ανατολικά