Translation meaning & definition of the word "snag" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σναγκ" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Snag
[Σνακ]/snæg/
noun
1. A sharp protuberance
- synonym:
- snag
1. Μια απότομη προεξοχή
- συνώνυμο:
- παραπονιέμαι
2. A dead tree that is still standing, usually in an undisturbed forest
- "A snag can provide food and a habitat for insects and birds"
- synonym:
- snag
2. Ένα νεκρό δέντρο που εξακολουθεί να στέκεται, συνήθως σε ένα αδιατάρακτο δάσος
- "Ένα σνακ μπορεί να προσφέρει τροφή και βιότοπο για έντομα και πουλιά"
- συνώνυμο:
- παραπονιέμαι
3. An opening made forcibly as by pulling apart
- "There was a rip in his pants"
- "She had snags in her stockings"
- synonym:
- rip ,
- rent ,
- snag ,
- split ,
- tear
3. Ένα άνοιγμα που γίνεται βίαια σαν να τραβάει μακριά
- "Υπήρχε ένας αναθυμιάσεις στο παντελόνι του"
- "Είχε τσαμπιά στις κάλτσες της"
- συνώνυμο:
- αντιπαραβάλλω ,
- ενοικίαση ,
- παραπονιέμαι ,
- διαίρεση ,
- σχίζω
4. An unforeseen obstacle
- synonym:
- hang-up ,
- hitch ,
- rub ,
- snag
4. Ένα απρόβλεπτο εμπόδιο
- συνώνυμο:
- απαγχονίζω ,
- αιτία ,
- τρίβω ,
- παραπονιέμαι
verb
1. Catch on a snag
- "I snagged my stocking"
- synonym:
- snag
1. Πιάνω μια αναταραχή
- "Έσκαψα την κάλτσα μου"
- συνώνυμο:
- παραπονιέμαι
2. Get by acting quickly and smartly
- "Snag a bargain"
- synonym:
- snag
2. Πάρτε ενεργώντας γρήγορα και έξυπνα
- "Συμφωνία"
- συνώνυμο:
- παραπονιέμαι
3. Hew jaggedly
- synonym:
- snag
3. Τσαντισμένος
- συνώνυμο:
- παραπονιέμαι
Examples of using
That's the snag.
Αυτό είναι το σνακ.
That's the snag.
Αυτό είναι το σνακ.