Translation meaning & definition of the word "sing" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "τραγούδι" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Sing
[Τραγουδώ]/sɪŋ/
verb
1. Deliver by singing
- "Sing christmas carols"
- synonym:
- sing
1. Παραδώστε τραγουδώντας
- "Τραγούδια χριστουγεννιάτικα κάλαντα"
- συνώνυμο:
- τραγουδώ
2. Produce tones with the voice
- "She was singing while she was cooking"
- "My brother sings very well"
- synonym:
- sing
2. Παράγετε τόνους με τη φωνή
- "Τραγουδούσε ενώ μαγείρευε"
- "Ο αδελφός μου τραγουδάει πολύ καλά"
- συνώνυμο:
- τραγουδώ
3. To make melodious sounds
- "The nightingale was singing"
- synonym:
- sing
3. Για να κάνετε μελωδικούς ήχους
- "Το απόγευμα τραγουδούσε"
- συνώνυμο:
- τραγουδώ
4. Make a whining, ringing, or whistling sound
- "The kettle was singing"
- "The bullet sang past his ear"
- synonym:
- whistle ,
- sing
4. Κάντε ένα κλαψουρίζοντας, κουδούνισμα, ή σφυρίζοντας ήχο
- "Το βραστήρα τραγουδούσε"
- "Η σφαίρα τραγουδούσε πέρα από το αυτί του"
- συνώνυμο:
- σφυρίχτρα ,
- τραγουδώ
5. Divulge confidential information or secrets
- "Be careful--his secretary talks"
- synonym:
- spill the beans ,
- let the cat out of the bag ,
- talk ,
- tattle ,
- blab ,
- peach ,
- babble ,
- sing ,
- babble out ,
- blab out
5. Αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες ή μυστικά
- "Προσέξτε τις συνομιλίες του γραμματέα"
- συνώνυμο:
- πετάξτε τα φασόλια ,
- αφήστε τη γάτα να βγει από την τσάντα ,
- μιλώ ,
- τατουάζ ,
- μπλαμπ ,
- ροδάκινο ,
- φλυαρώ ,
- τραγουδώ ,
- βγάζω τα πόδια ,
- αποσβένω
Examples of using
I don't know the introduction, but I can sing the refrain.
Δεν ξέρω την εισαγωγή, αλλά μπορώ να τραγουδήσω το ρεφρέν.
Tom was a little surprised by how well Mary could sing.
Ο Τομ ήταν λίγο έκπληκτος από το πόσο καλά μπορούσε να τραγουδήσει η Μαίρη.
Tom loved to sing, but nobody wanted to listen to his singing.
Ο Τομ αγαπούσε να τραγουδάει, αλλά κανείς δεν ήθελε να ακούσει το τραγούδι του.