Translation meaning & definition of the word "showing" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "δείχνοντας" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Showing
[Εμφάνιση]/ʃoʊɪŋ/
noun
1. The display of a motion picture
- synonym:
- screening ,
- showing ,
- viewing
1. Η εμφάνιση μιας εικόνας κινηματογράφου
- συνώνυμο:
- προβολή ,
- εμφάνιση
2. Something shown to the public
- "The museum had many exhibits of oriental art"
- synonym:
- display ,
- exhibit ,
- showing
2. Κάτι που δείχνει το κοινό
- "Το μουσείο είχε πολλά εκθέματα ανατολίτικης τέχνης"
- συνώνυμο:
- εμφάνιση ,
- εκθέτω
Examples of using
Boy, you've got some nerve showing up in my castle unannounced. But you haven't paid your taxes in a month, so I have no money for dinner this morning!
Αγόρι, έχεις κάποιο νεύρο που εμφανίζεται στο κάστρο μου απροειδοποίητο. Αλλά δεν έχετε πληρώσει τους φόρους σας σε ένα μήνα, έτσι δεν έχω χρήματα για δείπνο σήμερα το πρωί!
"What can you lose by showing yourself to others?" "My advantange over them."
"Τι μπορείς να χάσεις δείχνοντας τον εαυτό σου στους άλλους?" "Το ευνοϊκό μου πάνω τους."
Mary is showing a great deal of concern over her husband's long absence.
Η Μαρία δείχνει μεγάλη ανησυχία για τη μακρά απουσία του συζύγου της.