Translation meaning & definition of the word "shoddy" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σκαντζόχοιρος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Shoddy
[Σόντι]/ʃɑdi/
noun
1. Reclaimed wool fiber
- synonym:
- shoddy
1. Ανακτημένη ίνα μαλλιού
- συνώνυμο:
- παραπονεμένοσ
adjective
1. Cheap and shoddy
- "Cheapjack moviemaking...that feeds on the low taste of the mob"- judith crist
- synonym:
- cheapjack ,
- shoddy ,
- tawdry
1. Φθηνό και αποφασιστικό
- "Ταινία τσαγιούπ που τρέφεται με τη χαμηλή γεύση του όχλου" - τζούντιθ κριστ.
- συνώνυμο:
- φτηνό τζακ ,
- παραπονεμένοσ ,
- ταβέρ
2. Of inferior workmanship and materials
- "Mean little jerry-built houses"
- synonym:
- jerry-built ,
- shoddy
2. Από κατώτερη εργασία και υλικά
- "Σημαίνει μικρά σπίτια"
- συνώνυμο:
- τρελόσ ,
- παραπονεμένοσ
3. Designed to deceive or mislead either deliberately or inadvertently
- "The deceptive calm in the eye of the storm"
- "Deliberately deceptive packaging"
- "A misleading similarity"
- "Statistics can be presented in ways that are misleading"
- "Shoddy business practices"
- synonym:
- deceptive ,
- misleading ,
- shoddy
3. Σχεδιασμένο για να εξαπατήσει ή να παραπλανήσει είτε σκόπιμα είτε ακούσια
- "Η παραπλανητική ηρεμία στο μάτι της καταιγίδας"
- "Απατηλά παραπλανητική συσκευασία"
- "Παραπλανητική ομοιότητα"
- "Η στατιστική μπορεί να παρουσιαστεί με τρόπους που είναι παραπλανητικοί"
- "Στενές επιχειρηματικές πρακτικές"
- συνώνυμο:
- παραπλανητικός ,
- παραπλανητικόσ ,
- παραπονεμένοσ