Translation meaning & definition of the word "shady" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σκανταλιάρης" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Shady
[Σκυθρωπόσ]/ʃedi/
adjective
1. (of businesses and businessmen) unscrupulous
- "A shady operation"
- synonym:
- fly-by-night ,
- shady
1. ( των επιχειρήσεων και των επιχειρηματιών) αδίστακτος
- "Σκιώδης λειτουργία"
- συνώνυμο:
- πετάω ανά διανυκτέρευση ,
- σκιερός
2. Of questionable taste or morality
- "A louche nightclub"
- "A louche painting"
- synonym:
- louche ,
- shady
2. Αμφισβητήσιμη γεύση ή ηθική
- "Νυχτερινό κέντρο διασκέδασης"
- "Ζωγραφική λουκά"
- συνώνυμο:
- λούτσε ,
- σκιερός
3. Not as expected
- "There was something fishy about the accident"
- "Up to some funny business"
- "Some definitely queer goings-on"
- "A shady deal"
- "Her motives were suspect"
- "Suspicious behavior"
- synonym:
- fishy ,
- funny ,
- shady ,
- suspect ,
- suspicious
3. Όχι όπως αναμενόταν
- "Υπήρχε κάτι ψαρονέφρι για το ατύχημα"
- "Μέχρι κάποια αστεία επιχείρηση"
- "Κάποια σίγουρα παράξενα βήματα"
- "Σκληρή συμφωνία"
- "Τα κίνητρά της ήταν ύποπτα"
- "Κακή συμπεριφορά"
- συνώνυμο:
- ψαρόσ ,
- αστείος ,
- σκιερός ,
- ύποπτος
4. Filled with shade
- "The shady side of the street"
- "The surface of the pond is dark and shadowed"
- "We sat on rocks in a shadowy cove"
- "Cool umbrageous woodlands"
- synonym:
- shady ,
- shadowed ,
- shadowy ,
- umbrageous
4. Γεμάτο με σκιά
- "Η σκιερή πλευρά του δρόμου"
- "Η επιφάνεια της λίμνης είναι σκοτεινή και σκιασμένη"
- "Καθίσαμε σε βράχους σε έναν σκοτεινό όρμο"
- "Ψυχρές δασικές εκτάσεις"
- συνώνυμο:
- σκιερός ,
- σκιασμένοσ ,
- αχαλίνωτοσ
Examples of using
Try as hard as possible to stay away from shady characters!
Προσπαθήστε όσο το δυνατόν πιο σκληρά για να μείνετε μακριά από σκιερούς χαρακτήρες!