Translation meaning & definition of the word "shadowy" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σκιάρος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Shadowy
[Σκιερόσ]/ʃædoʊi/
adjective
1. Filled with shade
- "The shady side of the street"
- "The surface of the pond is dark and shadowed"
- "We sat on rocks in a shadowy cove"
- "Cool umbrageous woodlands"
- synonym:
- shady ,
- shadowed ,
- shadowy ,
- umbrageous
1. Γεμάτο με σκιά
- "Η σκιερή πλευρά του δρόμου"
- "Η επιφάνεια της λίμνης είναι σκοτεινή και σκιασμένη"
- "Καθίσαμε σε βράχους σε έναν σκοτεινό όρμο"
- "Ψυχρές δασικές εκτάσεις"
- συνώνυμο:
- σκιερός ,
- σκιασμένοσ ,
- αχαλίνωτοσ
2. Lacking clarity or distinctness
- "A dim figure in the distance"
- "Only a faint recollection"
- "Shadowy figures in the gloom"
- "Saw a vague outline of a building through the fog"
- "A few wispy memories of childhood"
- synonym:
- dim ,
- faint ,
- shadowy ,
- vague ,
- wispy
2. Έλλειψη σαφήνειας ή διακριτικότητας
- "Μια αμυδρή φιγούρα στην απόσταση"
- "Μόνο μια αμυδρή ανάμνηση"
- "Σκιώδεις φιγούρες στο σκοτάδι"
- "Είδα ένα αόριστο περίγραμμα ενός κτιρίου μέσα από την ομίχλη"
- "Λίγες σοφές αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας"
- συνώνυμο:
- αμυδρό ,
- αμυδρότητα ,
- σκιερός ,
- ασαφής ,
- σοφός
3. Lacking in substance
- "Strange fancies of unreal and shadowy worlds"- w.a.butler
- "Dim shadowy forms"
- "A wraithlike column of smoke"
- synonym:
- shadowy ,
- wraithlike
3. Έλλειψη ουσίας
- "Περίεργες φαντασιώσεις εξωπραγματικών και σκιερών κόσμων"- γ.α.μπάτλερ
- "Σκοτεινές σκιώδεις μορφές"
- "Μια περιτυλιγμένη στήλη καπνού"
- συνώνυμο:
- σκιερός ,
- περιτυλιγμένοσ