Translation meaning & definition of the word "sexton" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "έξτων" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Sexton
[Σέξτον]/sɛkstən/
noun
1. United states poet (1928-1974)
- synonym:
- Sexton ,
- Anne Sexton
1. Ηνωμένες πολιτείες ποιητής (1928-1974)
- συνώνυμο:
- Σέξτον ,
- Άννα Σέξτον
2. An officer of the church who is in charge of sacred objects
- synonym:
- sexton ,
- sacristan
2. Ένας αξιωματικός της εκκλησίας που είναι υπεύθυνος για ιερά αντικείμενα
- συνώνυμο:
- σέξτον ,
- σακκιστάν
Examples of using
The poor father forced himself to ask the sexton whether she had been to mass.
Ο φτωχός πατέρας αναγκάστηκε να ρωτήσει το σεξτόν αν είχε πάει σε μάζα.