Translation meaning & definition of the word "script" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "γραφτό" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Script
[Σενάριο]/skrɪpt/
noun
1. A written version of a play or other dramatic composition
- Used in preparing for a performance
- synonym:
- script ,
- book ,
- playscript
1. Μια γραπτή εκδοχή ενός έργου ή άλλης δραματικής σύνθεσης
- Χρησιμοποιείται στην προετοιμασία για μια παράσταση
- συνώνυμο:
- σενάριο ,
- βιβλίο ,
- παίκτησ
2. Something written by hand
- "She recognized his handwriting"
- "His hand was illegible"
- synonym:
- handwriting ,
- hand ,
- script
2. Κάτι γραμμένο στο χέρι
- "Αναγνώρισε το γραφικό του περίγραμμα"
- "Το χέρι του ήταν παράνομο"
- συνώνυμο:
- γραφή ,
- χέρι ,
- σενάριο
3. A particular orthography or writing system
- synonym:
- script
3. Ένα συγκεκριμένο σύστημα ορθογραφίας ή γραφής
- συνώνυμο:
- σενάριο
verb
1. Write a script for
- "The playwright scripted the movie"
- synonym:
- script
1. Γράψτε ένα σενάριο για
- "Ο θεατρικός συγγραφέας έγραψε την ταινία"
- συνώνυμο:
- σενάριο
Examples of using
"Tom, do you know what kind of script this is?" "Probably Tibetan, but I can't read a bit of it."
"Τομ, ξέρετε τι είδους σενάριο είναι αυτό?" "Προφανώς Θιβετιανός, αλλά δεν μπορώ να διαβάσω λίγο από αυτό."