Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "savior" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σωτήρας" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Savior

[Σωτήρας]
/sevjər/

noun

1. A teacher and prophet born in bethlehem and active in nazareth

  • His life and sermons form the basis for christianity (circa 4 bc - ad 29)
    synonym:
  • Jesus
  • ,
  • Jesus of Nazareth
  • ,
  • the Nazarene
  • ,
  • Jesus Christ
  • ,
  • Christ
  • ,
  • Savior
  • ,
  • Saviour
  • ,
  • Good Shepherd
  • ,
  • Redeemer
  • ,
  • Deliverer

1. Δάσκαλος και προφήτης που γεννήθηκε στη βηθλεέμ και δραστηριοποιήθηκε στη ναζαρέτ

  • Η ζωή και τα κηρύγματά του αποτελούν τη βάση για τον χριστιανισμό (περίπου 4 π.χ. - 29) μ.χ
    συνώνυμο:
  • Ιησούς
  • ,
  • Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ
  • ,
  • ο Ναζαρέν
  • ,
  • Ιησούς Χριστός
  • ,
  • Χριστός
  • ,
  • Σωτήρας
  • ,
  • Καλός Ποιμενικός
  • ,
  • Εξαγοραστήσ
  • ,
  • Ελευθερωτήσ

2. A person who rescues you from harm or danger

    synonym:
  • savior
  • ,
  • saviour
  • ,
  • rescuer
  • ,
  • deliverer

2. Ένα άτομο που σας σώζει από βλάβη ή κίνδυνο

    συνώνυμο:
  • σωτήρας
  • ,
  • διασώστης
  • ,
  • απαλλαγή

Examples of using

Asahara thinks himself a savior.
Ο Ασαχάρα θεωρεί τον εαυτό του σωτήρα.