Translation meaning & definition of the word "sa" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "α" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Sa
[Σα]/sɑ/
noun
1. Nazi militia created by hitler in 1921 that helped him to power but was eclipsed by the ss after 1943
- synonym:
- SA ,
- Sturmabteilung ,
- Storm Troops
1. Η ναζιστική πολιτοφυλακή δημιουργήθηκε από τον χίτλερ το 1921 που τον βοήθησε στην εξουσία, αλλά επισκιάστηκε από το 1943
- συνώνυμο:
- ΣΑ ,
- Στουρμαμπτερόνγκ ,
- Στρατεύματα καταιγίδας