Translation meaning & definition of the word "rooster" into Greek language
Μεταφραστικό νόημα & ορισμός της λέξης "αφίσα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Rooster
[Κόκκορασ]/rustər/
noun
1. Adult male chicken
- synonym:
- cock ,
- rooster
1. Ενήλικο αρσενικό κοτόπουλο
- συνώνυμο:
- πουλί ,
- κόκορασ
Examples of using
Before the rooster crows, you will deny me three times.
Πριν από τα κοράκια του κόκορα, θα με αρνηθείς τρεις φορές.
The cow goes "moo," the rooster goes "cock-a-doodle-doo," the pig goes "oink, oink," the duck goes "quack, quack" and the cat goes "meow."
Η αγελάδα πηγαίνει "μου," ο κόκορας πηγαίνει "σοκ-α-ντουλ," ο χοίρος πηγαίνει "ροζ, ουγκιά", η πάπια πηγαίνει "τετράγωνο", και η γάτα."