Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "rival" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "άπατος" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Rival

[Αντίπαλος]
/raɪvəl/

noun

1. The contestant you hope to defeat

  • "He had respect for his rivals"
  • "He wanted to know what the competition was doing"
    synonym:
  • rival
  • ,
  • challenger
  • ,
  • competitor
  • ,
  • competition
  • ,
  • contender

1. Ο διαγωνιζόμενος που ελπίζετε να νικήσετε

  • "Είχε σεβασμό για τους αντιπάλους του"
  • "Ηθελε να μάθει τι έκανε ο ανταγωνισμός"
    συνώνυμο:
  • αντίπαλος
  • ,
  • αμφισβητίασ
  • ,
  • ανταγωνιστής
  • ,
  • ανταγωνισμός
  • ,
  • αντιπαραθέτων

verb

1. Be equal to in quality or ability

  • "Nothing can rival cotton for durability"
  • "Your performance doesn't even touch that of your colleagues"
  • "Her persistence and ambition only matches that of her parents"
    synonym:
  • equal
  • ,
  • touch
  • ,
  • rival
  • ,
  • match

1. Να είστε ίσοι με την ποιότητα ή την ικανότητα

  • "Τίποτα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το βαμβάκι για ανθεκτικότητα"
  • "Η απόδοσή σας δεν αγγίζει καν αυτή των συναδέλφων σας"
  • "Η επιμονή και η φιλοδοξία της ταιριάζουν μόνο με αυτή των γονιών της"
    συνώνυμο:
  • ίσος
  • ,
  • αφή
  • ,
  • αντίπαλος
  • ,
  • αγώνασ

2. Be the rival of, be in competition with

  • "We are rivaling for first place in the race"
    synonym:
  • rival

2. Γίνε ο αντίπαλος του, να είσαι σε ανταγωνισμό με

  • "Συναγωνιζόμαστε για την πρώτη θέση στον αγώνα"
    συνώνυμο:
  • αντίπαλος

Examples of using

Don't hold your rival cheap.
Μην κρατάτε τον αντίπαλό σας φθηνό.
Two rival parties are essential to good democratic government.
Δύο αντίπαλα κόμματα είναι απαραίτητα για μια καλή δημοκρατική κυβέρνηση.