Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "revise" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αναθεώρηση" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Revise

[Αναθεωρώ]
/rɪvaɪz/

noun

1. The act of rewriting something

    synonym:
  • revision
  • ,
  • revisal
  • ,
  • revise
  • ,
  • rescript

1. Η πράξη της επαναγραφής κάτι

    συνώνυμο:
  • αναθεώρηση
  • ,
  • αναθεωρώ
  • ,
  • αποστασιολόγηση

verb

1. Make revisions in

  • "Revise a thesis"
    synonym:
  • revise

1. Κάνω αναθεωρήσεις σε

  • "Αναθεωρήστε μια διατριβή"
    συνώνυμο:
  • αναθεωρώ

2. Revise or reorganize, especially for the purpose of updating and improving

  • "We must retool the town's economy"
    synonym:
  • retool
  • ,
  • revise

2. Αναθεώρηση ή αναδιοργάνωση, ειδικά για τους σκοπούς της ενημέρωσης και της βελτίωσης

  • "Πρέπει να επανεξετάσουμε την οικονομία της πόλης"
    συνώνυμο:
  • ρετουλάνο
  • ,
  • αναθεωρώ

Examples of using

You'd better revise history for the exam.
Καλύτερα να αναθεωρήσετε το ιστορικό για τις εξετάσεις.
In the light of what you told us, I think we should revise our plan.
Υπό το φως αυτών που μας είπατε, νομίζω ότι πρέπει να αναθεωρήσουμε το σχέδιό μας.