Translation meaning & definition of the word "review" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "επανεξέταση" στην ελληνική γλώσσα
Review
[Αναθεώρηση]noun
1. A new appraisal or evaluation
- synonym:
- reappraisal ,
- revaluation ,
- review ,
- reassessment
1. Νέα αξιολόγηση ή αξιολόγηση
- συνώνυμο:
- επανεκτίμηση ,
- αναπροσαρμογή ,
- αναθεώρηση ,
- επαναξιολόγηση
2. An essay or article that gives a critical evaluation (as of a book or play)
- synonym:
- review ,
- critique ,
- critical review ,
- review article
2. Ένα δοκίμιο ή άρθρο που δίνει μια κριτική αξιολόγηση (ας ενός βιβλίου ή ενός παιχνιδιού)
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- κριτική ,
- κριτική ανασκόπηση ,
- άρθρο ανασκόπησης
3. A subsequent examination of a patient for the purpose of monitoring earlier treatment
- synonym:
- follow-up ,
- followup ,
- reexamination ,
- review
3. Μεταγενέστερη εξέταση ασθενούς με σκοπό την παρακολούθηση προηγούμενης θεραπείας
- συνώνυμο:
- παρακολούθηση ,
- επανεξέταση ,
- αναθεώρηση
4. (accounting) a service (less exhaustive than an audit) that provides some assurance to interested parties as to the reliability of financial data
- synonym:
- review ,
- limited review
4. (λογιστική ) μια υπηρεσία ( εξαντλητική από έναν έλεγχο) που παρέχει κάποια εγγύηση στα ενδιαφερόμενα μέρη ως προς την αξιοπιστία
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- περιορισμένη αναθεώρηση
5. A variety show with topical sketches and songs and dancing and comedians
- synonym:
- revue ,
- review
5. Μια ποικιλία παραστάσεων με επίκαιρα σκίτσα και τραγούδια και χορό και κωμικούς
- συνώνυμο:
- αναθεωρώ ,
- αναθεώρηση
6. A periodical that publishes critical essays on current affairs or literature or art
- synonym:
- review
6. Ένα περιοδικό που δημοσιεύει κριτικά δοκίμια για τις τρέχουσες υποθέσεις ή τη λογοτεχνία ή την τέχνη
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση
7. A summary at the end that repeats the substance of a longer discussion
- synonym:
- recapitulation ,
- recap ,
- review
7. Μια περίληψη στο τέλος που επαναλαμβάνει την ουσία μιας μακρύτερης συζήτησης
- συνώνυμο:
- ανακεφαλαιοποίηση ,
- ανακεφαλαιώνω ,
- αναθεώρηση
8. (law) a judicial reexamination of the proceedings of a court (especially by an appellate court)
- synonym:
- review
8. (-δικαστική επανεξέταση της διαδικασίας δικαστηρίου )ειδικά από εφετείο δικαστήριο(
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση
9. Practice intended to polish performance or refresh the memory
- synonym:
- review ,
- brushup
9. Πρακτική που προορίζεται να γυαλίσει την απόδοση ή να ανανεώσει τη μνήμη
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- βούρτσισμα
10. A formal or official examination
- "The platoon stood ready for review"
- "We had to wait for the inspection before we could use the elevator"
- synonym:
- inspection ,
- review
10. Επίσημη ή επίσημη εξέταση
- "Η διμοιρία στάθηκε έτοιμη για κριτική"
- "Έπρεπε να περιμένουμε την επιθεώρηση πριν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε το ασανσέρ"
- συνώνυμο:
- επιθεώρηση ,
- αναθεώρηση
verb
1. Look at again
- Examine again
- "Let's review your situation"
- synonym:
- review ,
- reexamine
1. Κοίταξε ξανά
- Εξετάστε ξανά
- "Ας εξετάσουμε την κατάστασή σας"
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- επανεξετάζω
2. Appraise critically
- "She reviews books for the new york times"
- "Please critique this performance"
- synonym:
- review ,
- critique
2. Αξιολογήστε κριτικά
- "Αξιολογεί βιβλία για τους τάιμς της νέας υόρκης"
- "Σε παρακαλώ, κριτικάρεις αυτή την παράσταση"
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- κριτική
3. Hold a review (of troops)
- synonym:
- review ,
- go over ,
- survey
3. Κρατήστε μια κριτική (από τα στρατεύματα)
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- πηγαίνω ,
- έρευνα
4. Refresh one's memory
- "I reviewed the material before the test"
- synonym:
- review ,
- brush up ,
- refresh
4. Ανανεώστε τη μνήμη κάποιου
- "Έλεγξα το υλικό πριν από τη δοκιμή"
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- βουρτσίζω ,
- ανανέωση
5. Look back upon (a period of time, sequence of events)
- Remember
- "She reviewed her achievements with pride"
- synonym:
- review ,
- look back ,
- retrospect
5. Κοιτάξτε πίσω στην χρονική περίοδο (α, ακολουθία γεγονότων)
- Θυμηθείτε
- "Εξέτασε τα επιτεύγματά της με υπερηφάνεια"
- συνώνυμο:
- αναθεώρηση ,
- κοίτα πίσω ,
- αναδρομή