Translation meaning & definition of the word "retort" into Greek language
Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "απόδοση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Retort
[Ανταποδίδω]/ritɔrt/
noun
1. A quick reply to a question or remark (especially a witty or critical one)
- "It brought a sharp rejoinder from the teacher"
- synonym:
- rejoinder ,
- retort ,
- return ,
- riposte ,
- replication ,
- comeback ,
- counter
1. Μια γρήγορη απάντηση σε μια ερώτηση ή παρατήρηση (ειδικά μια πνευματώδη ή επικριτική)
- "Έφερε μια απότομη ανταπόκριση από τον δάσκαλο"
- συνώνυμο:
- ανταπαντώ ,
- επιστροφή ,
- ανταπόκριση ,
- αντιγραφή ,
- αντιμετωπιστής
2. A vessel where substances are distilled or decomposed by heat
- synonym:
- retort
2. Δοχείο όπου οι ουσίες αποστάζονται ή αποσυντίθενται με θερμότητα
- συνώνυμο:
- ανταπαντώ
verb
1. Answer back
- synonym:
- retort ,
- come back ,
- repay ,
- return ,
- riposte ,
- rejoin
1. Απάντηση πίσω
- συνώνυμο:
- ανταπαντώ ,
- γύρνα πίσω ,
- αποζημιώνω ,
- επιστροφή ,
- ανταπόκριση ,
- επανέρχομαι