Translation meaning & definition of the word "rephrase" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "επαναφορά" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Rephrase
[Αναδιατυπώνω]/rifrez/
verb
1. Express the same message in different words
- synonym:
- paraphrase ,
- rephrase ,
- reword
1. Εκφράστε το ίδιο μήνυμα με διαφορετικές λέξεις
- συνώνυμο:
- παράφραση ,
- επαναφράσει ,
- ανακαλώ
Examples of using
Would you like to rephrase the question?
Θα θέλατε να επαναδιατυπώσετε την ερώτηση?