Translation meaning & definition of the word "reminder" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "υπενθύμιση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Reminder
[Υπενθύμιση]/rimaɪndər/
noun
1. A message that helps you remember something
- "He ignored his wife's reminders"
- synonym:
- reminder
1. Ένα μήνυμα που σε βοηθάει να θυμάσαι κάτι
- "Αγνόησε τις υπενθυμίσεις της γυναίκας του"
- συνώνυμο:
- υπενθύμιση
2. An experience that causes you to remember something
- synonym:
- reminder
2. Μια εμπειρία που σε κάνει να θυμάσαι κάτι
- συνώνυμο:
- υπενθύμιση
3. Someone who gives a warning so that a mistake can be avoided
- synonym:
- admonisher ,
- monitor ,
- reminder
3. Κάποιος που δίνει μια προειδοποίηση έτσι ώστε ένα λάθος μπορεί να αποφευχθεί
- συνώνυμο:
- προειδοποιών ,
- οθόνη ,
- υπενθύμιση
Examples of using
This is a friendly reminder about an overdue invoice.
Αυτή είναι μια φιλική υπενθύμιση για ένα τιμολόγιο που έχει καθυστερήσει.