Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "refreshing" into Greek language

Μετάφραση που σημαίνει & ορισμός της λέξης "αναζωογονητικό" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Refreshing

[Δροσιστικό]
/rɪfrɛʃɪŋ/

adjective

1. Imparting vitality and energy

  • "The bracing mountain air"
    synonym:
  • bracing
  • ,
  • brisk
  • ,
  • fresh
  • ,
  • refreshing
  • ,
  • refreshful
  • ,
  • tonic

1. Μεταδίδοντας ζωτικότητα και ενέργεια

  • "Ο αέρας του βουνού που στηρίζεται"
    συνώνυμο:
  • στήριγμα
  • ,
  • ζωηρός
  • ,
  • φρέσκος
  • ,
  • αναζωογονητικός
  • ,
  • αναζωογονητικό
  • ,
  • τονωτικό

2. Pleasantly new or different

  • "Common sense of a most refreshing sort"
    synonym:
  • novel
  • ,
  • refreshing

2. Ευχάριστα νέα ή διαφορετικά

  • "Κοινή λογική ενός πιο αναζωογονητικού είδους"
    συνώνυμο:
  • μυθιστόρημα
  • ,
  • αναζωογονητικός