Translation meaning & definition of the word "redeye" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "κόκκινο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Redeye
[Κοκκινομάλλης]/rɛdaɪ/
noun
1. A night flight from which the passengers emerge with eyes red from lack of sleep
- "He took the redeye in order to get home the next morning"
- synonym:
- redeye ,
- redeye flight
1. Μια νυχτερινή πτήση από την οποία οι επιβάτες αναδύονται με τα μάτια κόκκινα από την έλλειψη ύπνου
- "Πήρε τα κόκκινα μάτια για να φτάσει στο σπίτι το επόμενο πρωί"
- συνώνυμο:
- κοκκινομάλλα ,
- πτήση με κόκκινα μάτια