Translation meaning & definition of the word "recorder" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "καταγραφή" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Recorder
[Καταγραφή]/rɪkɔrdər/
noun
1. Equipment for making records
- synonym:
- recorder ,
- recording equipment ,
- recording machine
1. Εξοπλισμός για την κατασκευή αρχείων
- συνώνυμο:
- καταγραφέασ ,
- εξοπλισμός καταγραφής ,
- μηχανή καταγραφής
2. Someone responsible for keeping records
- synonym:
- registrar ,
- record-keeper ,
- recorder
2. Κάποιος υπεύθυνος για την τήρηση αρχείων
- συνώνυμο:
- γραμματέασ ,
- τερματοφύλακας ,
- καταγραφέασ
3. A barrister or solicitor who serves as part-time judge in towns or boroughs
- synonym:
- recorder
3. Δικηγόρος ή δικηγόρος που υπηρετεί ως δικαστής μερικής απασχόλησης σε πόλεις ή δήμους
- συνώνυμο:
- καταγραφέασ
4. A tubular wind instrument with 8 finger holes and a fipple mouthpiece
- synonym:
- fipple flute ,
- fipple pipe ,
- recorder ,
- vertical flute
4. Ένα σωληνοειδές όργανο ανέμου με 8 τρύπες δακτύλων και ένα επιστόμιο ανατρεπόμενο
- συνώνυμο:
- φλάουτο του αγώνα ,
- σωλήνας ανατροπής ,
- καταγραφέασ ,
- κάθετο φλάουτο
Examples of using
My cassette tape recorder needs fixing.
Η καταγραφή κασετών μου χρειάζεται στερέωση.
I want to have this cassette recorder fixed.
Θέλω να έχω αυτό το καταγραφέα κασέτας σταθερό.
This tape recorder will make it easier for us to learn English.
Αυτή η ταινία καταγραφής θα μας διευκολύνει να μάθουμε αγγλικά.