Translation meaning & definition of the word "reap" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αναφορά" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Reap
[Ανταποδίδω]/rip/
verb
1. Gather, as of natural products
- "Harvest the grapes"
- synonym:
- reap ,
- harvest ,
- glean
1. Συγκεντρώστε, από φυσικά προϊόντα
- "Συγκομιδή των σταφυλιών"
- συνώνυμο:
- κατακτώ ,
- συγκομιδή ,
- γκλέαν
2. Get or derive
- "He drew great benefits from his membership in the association"
- synonym:
- reap ,
- draw
2. Πάρτε ή πάρτε
- "Αντλούσε μεγάλα οφέλη από τη συμμετοχή του στην ένωση"
- συνώνυμο:
- κατακτώ ,
- παίρνω
Examples of using
Sow the wind, reap the whirlwind.
Σπείρε τον άνεμο, θερίσε τον ανεμοστρόβιλο.
As you sow, so shall you reap.
Όπως σπέρνεις, έτσι θα θερίσεις.
We reap as we have sown.
Θερίζουμε όπως έχουμε σπείρει.