Translation meaning & definition of the word "realtor" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ανταλλαγή" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Realtor
[Μεσίτησ]/riəltər/
noun
1. A real estate agent who is a member of the national association of realtors
- synonym:
- Realtor
1. Ένας κτηματομεσίτης που είναι μέλος της εθνικής ένωσης πραγματογνωμόνων
- συνώνυμο:
- Μεσίτησ