Translation meaning & definition of the word "quintet" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πεντάδα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Quintet
[Κουιντέτο]/kwɪntɛt/
noun
1. A musical composition for five performers
- synonym:
- quintet ,
- quintette
1. Μια μουσική σύνθεση για πέντε ερμηνευτές
- συνώνυμο:
- κουιντέτο ,
- πεντάδα
2. The cardinal number that is the sum of four and one
- synonym:
- five ,
- 5 ,
- V ,
- cinque ,
- quint ,
- quintet ,
- fivesome ,
- quintuplet ,
- pentad ,
- fin ,
- Phoebe ,
- Little Phoebe
2. Ο καρδινάλιος αριθμός που είναι το άθροισμα των τεσσάρων και ενός
- συνώνυμο:
- πέντε ,
- 5 ,
- Β ,
- τσιγγούνησ ,
- περίπτερο ,
- κουιντέτο ,
- πεθαίνω ,
- πεντάδυμο ,
- πεντάδα ,
- πτερύγιο ,
- Φοίβη ,
- Μικρή Φοίβη
3. Five performers or singers who perform together
- synonym:
- quintet ,
- quintette
3. Πέντε ερμηνευτές ή τραγουδιστές που ερμηνεύουν μαζί
- συνώνυμο:
- κουιντέτο ,
- πεντάδα
4. A set of five similar things considered as a unit
- synonym:
- quintet ,
- quintette ,
- quintuplet ,
- quintuple
4. Ένα σύνολο πέντε παρόμοιων πραγμάτων που θεωρούνται ως μονάδα
- συνώνυμο:
- κουιντέτο ,
- πεντάδα ,
- πεντάδυμο ,
- πενταπλάσιοσ
5. Five people considered as a unit
- synonym:
- quintet ,
- quintette ,
- fivesome
5. Πέντε άτομα θεωρούνται ως μονάδα
- συνώνυμο:
- κουιντέτο ,
- πεντάδα ,
- πεθαίνω