Translation meaning & definition of the word "pump" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αντλία" στην ελληνική γλώσσα
Pump
[Αντλία]noun
1. A mechanical device that moves fluid or gas by pressure or suction
- synonym:
- pump
1. Μια μηχανική συσκευή που κινεί το ρευστό ή το αέριο από την πίεση ή την αναρρόφηση
- συνώνυμο:
- αντλία
2. The hollow muscular organ located behind the sternum and between the lungs
- Its rhythmic contractions move the blood through the body
- "He stood still, his heart thumping wildly"
- synonym:
- heart ,
- pump ,
- ticker
2. Το κοίλο μυϊκό όργανο που βρίσκεται πίσω από το στέρνο και μεταξύ των πνευμόνων
- Οι ρυθμικές συσπάσεις του κινούν το αίμα μέσω του σώματος
- "Στάθηκε ακίνητος, η καρδιά του χτυπούσε άγρια"
- συνώνυμο:
- καρδιά ,
- αντλία ,
- τσιμπούρι
3. A low-cut shoe without fastenings
- synonym:
- pump
3. Ένα παπούτσι χαμηλής κοπής χωρίς στερέωση
- συνώνυμο:
- αντλία
verb
1. Operate like a pump
- Move up and down, like a handle or a pedal
- "Pump the gas pedal"
- synonym:
- pump
1. Λειτουργεί σαν αντλία
- Μετακινήστε πάνω-κάτω, όπως μια λαβή ή ένα πεντάλ
- "Αντλία πεντάλ αερίου"
- συνώνυμο:
- αντλία
2. Deliver forth
- "Pump bullets into the dummy"
- synonym:
- pump
2. Παραδίδω
- "Αντλία σφαίρες στο ομοίωμα"
- συνώνυμο:
- αντλία
3. Draw or pour with a pump
- synonym:
- pump
3. Σχεδιάστε ή ρίξτε με μια αντλία
- συνώνυμο:
- αντλία
4. Supply in great quantities
- "Pump money into a project"
- synonym:
- pump
4. Προμήθεια σε μεγάλες ποσότητες
- "Αντλήστε χρήματα σε ένα έργο"
- συνώνυμο:
- αντλία
5. Flow intermittently
- synonym:
- pump
5. Ροή διαλείπουσα
- συνώνυμο:
- αντλία
6. Move up and down
- "The athlete pumps weights in the gym"
- synonym:
- pump
6. Μετακινηθείτε πάνω-κάτω
- "Ο αθλητής αντλεί βάρη στο γυμναστήριο"
- συνώνυμο:
- αντλία
7. Raise (gases or fluids) with a pump
- synonym:
- pump
7. Αυξήστε (αέρια ή υγρά) με αντλία
- συνώνυμο:
- αντλία
8. Question persistently
- "She pumped the witnesses for information"
- synonym:
- pump
8. Ερώτηση επίμονα
- "Άντλησε τους μάρτυρες πληροφοριών"
- συνώνυμο:
- αντλία