Translation meaning & definition of the word "prosthesis" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πρόθεση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Prosthesis
[Πρόταση]/prɔsθɛsɪs/
noun
1. Corrective consisting of a replacement for a part of the body
- synonym:
- prosthesis ,
- prosthetic device
1. Διορθωτικό που αποτελείται από αντικατάσταση ενός μέρους του σώματος
- συνώνυμο:
- πρόθεση ,
- προσθετική συσκευή
Examples of using
I want to say: "Thanks for the trip to Afghanistan and for my prosthesis!"
Θέλω να πω: "Ευχαριστώ για το ταξίδι στο Αφγανιστάν και για την πρόθεσή μου!"