Translation meaning & definition of the word "professor" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "καθηγητής" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Professor
[Καθηγητής]/prəfɛsər/
noun
1. Someone who is a member of the faculty at a college or university
- synonym:
- professor ,
- prof
1. Κάποιος που είναι μέλος της σχολής σε ένα κολέγιο ή πανεπιστήμιο
- συνώνυμο:
- καθηγητής ,
- κατασκευαστής
Examples of using
Tom doesn't act like the typical college professor.
Ο Τομ δεν συμπεριφέρεται σαν τυπικός καθηγητής κολεγίου.
"If there is water there, that means a jew..." - "Hey, pro-professor, don't! The poop will get deleted, professor!" - "Styopa, what are you saying, I just want to..." - "Aaah! ...W-w-wait, why?!"
"Αν υπάρχει νερό εκεί, αυτό σημαίνει εβραίος.." - "Γεια σου, υπέρ-καθηγητής, μην το κάνεις! Το στήριγμα θα διαγραφεί, καθηγητά!" - "Στυόπα, τι λες, απλά θέλω να.." - "Αααα! ...Περιμένετε, γιατί?!"
"If there's some water there, it means a jew..." "Hey, professor, stop it! The poop will be deleted, professor!" "Styopa, what are you saying, I just want to..." - "Aaah! ... Wait, why?!"
"Αν υπάρχει λίγο νερό εκεί, σημαίνει εβραίος..." "Γεια σου, καθηγητά, σταμάτα! Το στήριγμα θα διαγραφεί, καθηγητά!" "Στυόπα, τι λες, απλά θέλω να.." - "Αααα! ... Περίμενε, γιατί?!"