Translation meaning & definition of the word "preview" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "προεπισκόπηση" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Preview
[Προεπισκόπηση]/privju/
noun
1. An advertisement consisting of short scenes from a motion picture that will appear in the near future
- synonym:
- preview ,
- prevue ,
- trailer
1. Μια διαφήμιση που αποτελείται από σύντομες σκηνές από μια κινηματογραφική ταινία που θα εμφανιστεί στο εγγύς μέλλον
- συνώνυμο:
- προεπισκόπηση ,
- επικρατεί ,
- ρυμουλκούμενο
2. A screening for a select audience in advance of release for the general public
- synonym:
- preview
2. Μια προβολή για ένα επιλεγμένο κοινό πριν από την απελευθέρωση για το ευρύ κοινό
- συνώνυμο:
- προεπισκόπηση
verb
1. Watch (a movie or play) before it is released to the general public
- synonym:
- preview
1. Παρακολουθήστε την ταινία ( ή το παιχνίδι) πριν κυκλοφορήσει στο ευρύ κοινό
- συνώνυμο:
- προεπισκόπηση